Ανακαλύπτοντας μία πρωτοπόρο
Lotte Laserstein , Γερμανοσουηδέζα ζωγράφος εβραϊκής καταγωγής με εξαιρετικά πορτραίτα και ιδιαίτερο ύφος.
Από τις πρώτες γυναίκες που μπήκαν στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Βερολίνου το 1921, σε μία περίοδο έντονης δημιουργικότητας και αλλαγών μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο (στην ίδια περίοδο είχε αρχίσει να ανθεί και ο εξπρεσιονισμός στο γερμανικό κινηματογράφο). Η Laserstein κατάφερε να διακριθεί και να ξεχωρίσει δημιουργώντας αίσθηση στους κύκλους της εποχής της. Αναφέρεται πως μέχρι τότε δεν επιτρεπόταν στις γυναίκες να ζωγραφίσουν γυμνά μοντέλα (για αυτό και δε γινότανε δεκτές στην Ακαδημία) απαγόρευση που η Laserstein ήταν από τις πρώτες που κατάργησε.
Εντυπωσιάζουν τα γυμνά της, γιατί ξεφεύγουν από τα κλασικά που γνωρίζουμε με τις καλλίγραμμες καμπύλες και την έντονη θηλυκότητα. Δυναμισμός, έντονα χαρακτηριστικά, κοντό μαλλί, γυμνασμένα κορμιά. Η "Νέα Γυναίκα" της εποχής όπως χαρακτηρίστηκε, πιο σύγχρονη, περισσότερο ανεξάρτητη, με πιο αρρενωπά χαρακτηριστικά, προσπαθώντας να σπάσει τα όρια και τα ταμπού ανάμεσα στα δύο φύλα.
Αγαπημένο της μοντέλο η στενή της φίλη Gertrud Rose (με το ψευδώνυμο Traute) με την οποία πολλές φορές συνυπάρχουν στα έργα της, αναδεικνύοντας την έντονη σχέση τους (δεν έχει επιβεβαιωθεί αν αυτή ήταν κάτι παραπάνω από φιλική), αλλά και απομυθοποιώντας τα κλασικότερα μοτίβα, όπως εκείνο του ξαπλωμένου γυναικείου σώματος, δίνοντάς τους παράλληλα νέο ύφος.
Αναφερόταν στην έκθεση πως η Laserstein κινούταν στα όρια του κινήματος της Νέας Αντικειμενικότητας, που εμφανίστηκε στη Γερμανία στις αρχές του 1920, ως απάντηση σε εκείνο του Εξπρεσιονισμού που είχε προηγηθεί. Αν ο Otto Dix είναι από τους κυρίους εκπροσώπους του τελευταίου (που επίσης είδαμε στην έκθεση) περισσότερο η συσχέτιση εξαιτίας της πρωτοτυπίας του ύφους της Laserstein σε σχέση και με τη χρονική περίοδο που αυτή αναδείχτηκε.
Το 1933 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Γερμανία με την άνοδο του Χίτλερ και των Εθνικών Σοσιαλιστών του ( National Socialists ) στην εξουσία, λόγω και της καταγωγής της, αλλά και του αντισυμβατικού χαρακτήρα των δημιουργιών της. Καταφύγιό της η Σουηδία, όπου και συνέχισε το έργο της διαφοροποιώντας τα χαρακτηριστικά που τη διέκριναν, μένοντας στην αφάνεια. Έκθεση του 1987 με πίνακες που είχαν μείνει στην προσωπική συλλογή της για δεκαετίες την έφεραν και πάλι στο προσκήνιο.
Κορυφαία δημιουργία της, που δέσποζε στην έκθεση, ο πίνακας Abend über Potsdam (Evening over Potsdam), ένα έργο περίπου 3 μέτρων σε πλάτος που παραπέμπει σε σύγχρονο "Μυστικό Δείπνο", με το παρασκήνιο να είναι η θέα από την ταράτσα του τότε σπιτιού της και τους πρωταγωνιστές κάποιοι εκ των φίλων της, που πρόσθεσε αργότερα μέσα στο ατελιέ της. Στη φωτογραφία στο τέλος του λευκώματος η δημιουργός καθώς ζωγραφίζει το συγκεκριμένο πίνακα.
Ιδιαίτερες αναφορές σε ακόμα τρία έργα του λευκώματος.
Ο πίνακας με τη γυναίκα που πουδράρεται και το είδωλό της είχε βραβευτεί ως ένα από τα καλύτερα γυναικεία πορτραίτα σε διαγωνισμό της εποχής ανοίγοντας "πόρτες" στην καριέρα της.
Ο ασπρόμαυρος "πίνακας" με τίτλο In the Tavern (1927) που πουλήθηκε στο Δήμο του Βερολίνου από την ίδια (πρώτη της δημόσια επιτυχία) χαρακτηρίστηκε ως "εκφυλισμένη τέχνη" από το ναζιστικό καθεστώς. Στην έκθεση είδαμε μόνο τη φωτογραφία του, μιας και σήμερα ανήκει σε ιδιωτική συλλογή.
Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ο πίνακας με τους τρεις άντρες που συζητούν με το φωτισμό, τις εκφράσεις, τις έντονες σκιές να αναδεικνύουν την έκρυθμη πολιτική ατμόσφαιρα της εποχής (1934).
Στις μέρες μας θεωρείται μία από τις κορυφαίες Γερμανίδες ζωγράφους της περιόδου.
Οι φωτογραφίες από το προσωπικό αρχείο του Νίκου Πράσσου
Πηγή Πληροφοριών : Städel Museum