Πονηρό Πνεύμα

Πονηρό Πνεύμα
28.03.2022
Πονηρό Πνεύμα

"Πάρτι φαντασμάτων" στη σκιά του πολέμου

Οι αναφορές στην κλασική κωμωδία του Νόελ Κάουαρντ ( Noël Coward ) συνοδεύονται πάντοτε και από το ιστορικό πλαίσιο του έργου. Η καταστροφή του διαμερίσματος και του γραφείου του συγγραφέα κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών του Λονδίνου από τους Γερμανούς την άνοιξη του 1941, οδήγησε τον ίδιο στο να αναζητήσει καταφύγιο μακρυά από τις εχθροπραξίες, δίπλα στη θάλασσα της βορειοδυτικής Ουαλίας. Η ιδέα της κωμωδίας φαντασμάτων προϋπήρχε στο μυαλό του Κάουαρντ και σε πέντε μόλις ημέρες προέκυψε η δημιουργία του κειμένου, με το μαύρο χιούμορ της ιστορίας του να καταφέρνει να προσφέρει το γέλιο στο βρετανικό κοινό μέσα στο χάος του πολέμου. Η τέχνη λειτούργησε ως διέξοδος και "βαλβίδα αποσυμπίεσης" από τον φόβο και την ένταση των ημερών, δίνοντας μία μοναδική ευκαιρία "απόδρασης" στον κόσμο, που σχημάτιζε ουρές έξω από το θέατρο, δημιουργώντας εισπρακτικά ρεκόρ εν μέσω βομβαρδισμών.

Πονηρό Πνεύμα

 Πρωταγωνιστές είναι το ευκατάστατο ζεύγος των Τσαρλς (Αργύρης Ξάφης) και Ρουθ (Κωνσταντίνα Τάκαλου), το οποίο και οργανώνει μία σεάνς με τη βοήθεια της Μαντάμ Αρκάτι (Αμαλία Μουτούση) μεταξύ σοβαρού και αστείου. Αποτέλεσμα το να εισβάλει ανάμεσά τους το φάντασμα της Ελβίρας (Άννα Μάσχα), της πρώτης συζύγου του Τσαρλς, με τις κωμικές καταστάσεις να διαδέχονται η μία την άλλη. 

Η επιλογή των φαντασμάτων στον κεντρικό θεματικό άξονα του έργου σε μία εποχή στην οποία δεν είχαν ακόμη απομυθοποιηθεί, όπως συμβαίνει στις μέρες μας, μετέτρεψε την παράσταση σε μία κωμωδία για τον θάνατο, τον οποίο και "σνόμπαρε" επιδεικτικά, λειτουργώντας ως αμυντικός μηχανισμός απέναντι στη δραματική, εκτός θεατρικής αίθουσας, πραγματικότητα των Λονδρέζων. Η ειρωνεία είναι πως η τρέχουσα χρονική περίοδος, με τις διαδοχικές κρίσεις της πανδημίας και της επανεμφάνισης του πολέμου στην ήπειρό μας, έρχεται συνειρμικά να μας υπενθυμίσει αμεσότερα την εγγενή ανάγκη του ανθρώπου για να ξεπεράσει τις δυσκολίες και να συνεχίσει να ζει, ελπίζοντας σε καλύτερες μέρες.      

Πονηρό Πνεύμα

Η παράσταση δε μένει στην ψυχαγωγία, το γέλιο και τα απολαυστικά ξέφρενα μπερδέματα, τα οποία συναντάμε αρκετά συχνά στις μεταφυσικές κωμωδίες, παρά προχωρά στον κοινωνικό σχολιασμό, διακωμωδώντας και καυτηριάζοντας τον γάμο, την αγάπη, τον έρωτα και τις σχετικές παραδόσεις, που αφορούν την επίσημη συνύπαρξη ενός ζευγαριού, περισσότερο από ό,τι διερευνά τη μετά θάνατον ζωή και τα παράδοξα φαινόμενα. Φέρνοντας τον θεατή αντιμέτωπο με οικείες συγκρουσιακές καταστάσεις, έστω και σε αυτό το πιο εύθυμο πλαίσιο, τον έκανε να αμφισβητήσει τους κανόνες και στη δική του ζωή. Σε μία περίοδο στην οποία ο γάμος διατηρούσε έναν πιο δεσμευτικό χαρακτήρα το "μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος" του παπά της Εκκλησίας αποκτούσε μία σατιρική διάσταση, έχοντας τα κλισέ "παρατράγουδά του" να ξεπερνούν ακόμα και τη θνητότητα. Στην περίπτωση του Τσαρλς οι επιφανειακά ευτυχισμένες σχέσεις του κρύβουν στιγμές καταπίεσης, οι οποίες τον κάνουν να αναζητά διέξοδο από την παρουσία τους, που "στοιχειώνει" τη ζωή του. 

Πονηρό Πνεύμα

Αν και το συγκεκριμένο "μισογυνικό" μοτίβο είναι πλέον ξεπερασμένο, το έργο διερευνά τις ανθρώπινες σχέσεις και τις κοινωνικές συμβάσεις τους και αποδομεί την ευτυχία των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων, "μαγνητίζοντάς μας" στο ξεκίνημα με τους γοητευτικούς, εκκεντρικούς χαρακτήρες και το εκλεπτυσμένο στιλ τους, για να έρθει στη συνέχεια να μας αποκαλύψει τις αδυναμίες και την υποκρισία της ευφορίας τους. Αυτός ο συνδυασμός αλήθειας και φάρσας προκαλεί αβίαστα το γέλιο, όταν βλέπουμε τους πρωταγωνιστές να αντιδρούν με σοβαροφάνεια σε εξωπραγματικά κωμικές καταστάσεις.

Από την προώθηση της παράστασης στην επίσημη ιστοσελίδα του Εθνικού και τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες και βίντεο γίνεται εμφανής η ανάδειξη της σύνδεσής της με το παρελθόν και την ιστορία. Το ενδιαφέρον είναι πως ο Γιάννης Χουβαρδάς και οι συνεργάτες του καταφέρνουν να ισορροπήσουν ανάμεσα στο χθες και το σήμερα κάνοντας χρήση νεωτερισμών με το "γυμνό" σκηνικό και την αξιοποίηση της σκηνής σε όλο της το εύρος και το βάθος να δημιουργούν την αίσθηση του "άδειου" και του απροσδιόριστου, όσο και αν αυτή η επιλογή δυσκολεύει την ακουστική σε μεμονωμένες περιπτώσεις, τα "μετακινούμενα" έπιπλα και οι φωτισμοί να ενισχύουν την ατμόσφαιρα του παράδοξου, την επιλογή της ασπρόμαυρης παλέτας στα κουστούμια και τα ηχητικά εφέ να λειτουργούν ως αναφορά και υπενθύμιση της εποχής του έργου.

Πονηρό Πνεύμα

Η πιο μοντέρνα προσέγγιση παρατηρείται και στην κινησιολογία των ηθοποιών, που προσδίδει ρυθμό και σε ορισμένα σημεία έναν πιο κωμικό τόνο στην παράσταση. Συνδυαζόμενα τα προαναφερθέντα στοιχεία επιτρέπουν απρόσμενες, "έξυπνες" προσθήκες και ένα ονειρικό φινάλε, που, χωρίς να έχουν απαραίτητα λειτουργικό ρόλο, συμπληρώνουν την άρτια αισθητικά εικόνα του. Επιπρόσθετα, χωρίς αυτούς τους πειραματισμούς, όσο ενδιαφέρον και αν έχει το κείμενο του Κάουαρντ και το ιστορικό πλαίσιο του έργου του, δύσκολα θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η παρουσία του στο ρεπερτόριο του Εθνικού Θεάτρου. 

Πονηρό Πνεύμα

Οι ηθοποιοί ανταποκρίνονται με επιτυχία στο ιδιαίτερο σκηνοθετικό στήσιμο, αποφεύγουν τον "σκόπελο" της καρικατούρας, αφήνοντας την εντύπωση πως το χαίρονται και αυτοί με την ψυχή τους. Ξεχωρίζει η Αμαλία Μουτούση, η οποία με την κίνηση και την ερμηνεία της σκορπίζει χαμόγελα σε κάθε στιγμή της, γεμίζοντας με την παρουσία της τη σκηνή. Πάντα ποιοτικός ο Αργύρης Ξάφης με την καλύτερη στιγμή της παράστασης στο κλείσιμο συνοδεύεται επάξια από τις "γυναίκες του" με τις Κωνσταντίνα Τάκαλου και την Άννα Μάσχα να "κονταροχτυπιούνται" για εκείνον, μέχρι τελικής πτώσεως σε αυτόν και στον... άλλο κόσμο.    

 Η πρωτότυπη απόδοση του "Πονηρού Πνεύματος" από τον Γιάννη Χουβαρδά αναδεικνύει την ιστορία του κλασικού έργου του Κάουαρντ με μοναδικό τρόπο, δίνει νέα πνοή σε μία κλασική κωμωδία και πετυχαίνει να έχει ένα εξαιρετικό αισθητικό αποτέλεσμα με μοναδικές ερμηνείες. Σε σημεία αυτοί οι νεωτερισμοί κάνουν πιο σκοτεινή και λιγότερο κωμική αυτήν την εκδοχή, μένοντας στην εικόνα, χωρίς να έχουν την ανάλογη ουσία. Ταυτόχρονα, όμως, οι ίδιες επιλογές είναι που δίνουν την ευκαιρία στους δημιουργούς για τις δικές τους κωμικές νότες και πειραματισμούς, προσθέτοντας επιπλέον επίπεδα "ανάγνωσης" σε μία μαύρη κωμωδία που δε μένει στο γέλιο, αλλά προσπαθεί να μας θυμίσει τους λόγους για τους οποίους αξίζει να γελάμε. 

Πονηρό Πνεύμα

Κείμενο: Νόελ Κάουαρντ / Μετάφραση: Έρι Κύργια

Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Γιώργος Γλάστρας (μόνο για το πρώτο διάστημα παραστάσεων, μιας και στη συνέχεια θα αντικατασταθεί από τον Θανάση Δήμου), Ειρήνη Λαφαζάνη, Κατερίνα Λέχου, Άννα Μάσχα, Αμαλία Μουτούση, Αργύρης Ξάφης, Κωνσταντίνα Τάκαλου.

Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς

Εθνικό Θέατρο

Διάρκεια: 150' (με διάλειμμα)

Τετάρτη - Κυριακή 19:00 / Πέμπτη - Παρασκευή - Σάββατο 20:30

Σάββατο - Κυριακή - επίσημες αργίες: Διακεκριμένη Ζώνη 25€, Α' Ζώνη 18€, Β' Ζώνη (Α' Εξώστης) 15€, Γ' Ζώνη (Β' Εξώστης) 10€ / Τετάρτη - Πέμπτη: Διακεκριμένη Ζώνη 18€, Α' & Β' Ζώνη 15€ / Παρασκευή: Διακεκριμένη Ζώνη 18€, Γενική Είσοδος 13€, Θέσεις περιορισμένης ορατότητας 10€

Φοιτητικό - Νεανικό: Πέμπτη 10€, Τις υπόλοιπες ημέρες 13€ (εκτός διακεκριμένης ζώνης) / Άνω των 65: Τετάρτη 10€, Τις υπόλοιπες ημέρες 13€ (εκτός διακεκριμένης ζώνης) / Πολύτεκνοι:10€ (εκτός διακεκριμένης ζώνης) / Κάρτα ανεργίας: 5€ - Μόνο Τετάρτη/Πέμπτη

Η είσοδος των θεατών γίνεται αυστηρά με την επίδειξη πιστοποιητικού εμβολιασμού ή νόσησης. Για θεατές άνω των 18 ετών απαιτείται η επίδειξη έγκυρου πιστοποιητικού εμβολιασμού ή πιστοποιητικού νόσησης. Για παιδιά και εφήβους από 4 έως 17 ετών, εναλλακτικά, απαιτείται η δήλωση αυτοδιαγνωστικού ελέγχου self-test τελευταίου 24ώρου. Η είσοδος γίνεται με τη χρήση της μάσκας και με την τήρηση των αποστάσεων τόσο κατά την προσέλευση όσο και κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων. Σε κάθε περίπτωση επίδειξης επίσημου εγγράφου, θα διενεργείται παράλληλος έλεγχος ταυτοπροσωπίας του κατόχου.

Για περισσότερες πληροφορίες: Εθνικό Θέατρο 

Νίκος Πράσσος

Νίκος Πράσσος

Μου είπε η σύζυγος "τα γράφεις που τα γράφεις δεν τα ανεβάζεις και σε καμιά ιστοσελίδα;" Όπερ και εγένετο.  Η τέχνη ισορροπεί τον τεχνοκρατισμό της Πληροφορικής, που σπουδάσαμε και διδάσκουμε. Συναίσθημα και ορθολογισμός ακροβατούν σε ένα ταξίδι με κοινό παρoνομαστή τη γνώση, επαναπλαισιώνοντας τις υπάρξεις μας μέσα σε έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει, μένοντας συνάμα τόσο ίδιος, όπως και οι άνθρωποί του.