Η αλήθεια πίσω από τους Μαύρους Πίνακες
Ο Francisco José de Goya y Lucientes (1746 - 1828), Ισπανός ζωγράφος και χαράκτης, θεωρείται ο σπουδαιότερος Ισπανός καλλιτέχνης από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 19ου. Έζησε την εποχή της Αμερικανικής και Γαλλικής Επανάστασης, όπως και την ταραχώδη περίοδο του Γαλλοϊσπανικού πολέμου για την κυριαρχία στην Ιβηρική χερσόνησο. Διορίστηκε επίσημος ζωγράφος του βασιλιά της Ισπανίας Καρόλου Δ' το 1799 για να αναδειχθεί σε έναν από τους διασημότερους και πιο πετυχημένους ζωγράφους της Ισπανίας.
Η φήμη του εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη αρκετές δεκαετίες μετά το θάνατό του. Κατά το 19ο αιώνα, το έργο του εκτιμήθηκε από τους ζωγράφους του ρομαντισμού, με κύριο θαυμαστή του τον Ντελακρουά, ενώ την ίδια στάση τήρησαν καλλιτέχνες και θεωρητικοί της τέχνης του 20ού αιώνα, με αποτέλεσμα να αναγνωρίζεται σήμερα ως ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους όλων των εποχών, καθώς και ένας εκ των πρώτων «μοντέρνων» καλλιτεχνών.
Χαρακτηριστική θέση στα έργα του έχουν οι αποκαλούμενοι "Μαύροι Πίνακες" (Pinturas negras), μία σειρά δεκατεσσάρων έργων, που ζωγράφισε κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του (μεταξύ 1819 και 1823) στους τοίχους της τότε οικίας του, η οποία βρισκόταν έξω από τη Μαδρίτη με την ονομασία "Η έπαυλη του Κουφού" (Quinta del Sordo). Οι συγκεκριμένοι πίνακες απεικονίζουν έντονα και σκοτεινά θέματα, κάποια από τα οποία συγκαταλέγονται στις πιο ακραίες εικόνες στην ιστορία της τέχνης, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το έργο του Ο Κρόνος καταβροχθίζει τον γιο του με την παραστατική απεικόνιση του κανιβαλιστικού διαμελισμού ενός ανθρώπινου σώματος.
Οι πίνακες αυτοί διαφοροποιούνται αισθητά από τα υπόλοιπα έργα του Goya, έχοντας δημιουργηθεί άνευ παραγγελίας, με πιθανότερη εκδοχή ο καλλιτέχνης να μην είχε την πρόθεση να τους εκθέσει δημοσίως. Χαρακτηριστικά αναφέρεται (Fred Licht, Goya: The Origins of the Modern temper in Art. 1979, σ. 159) πως "αυτοί οι πίνακες ήταν πιο προσωπικοί από κάθε άλλο που έχει δημιουργηθεί ποτέ στην ιστορία της Δυτικής Τέχνης". Οι τίτλοι των έργων δόθηκαν από ιστορικούς της τέχνης, όταν έγινε γνωστή η ύπαρξή τους μετά από δεκαετίες.
Οι πίνακες μεταφέρθηκαν σε καμβά το 1874 υπό την επίβλεψη του Salvador Martínez Cubells, έχοντας υποστεί σοβαρές ζημιές κατά τη μεταφορά, που οδήγησαν σε επιδιορθώσεις, πριν να σταλθούν στο Παρίσι για τη Διεθνή Έκθεση του 1878. Ο ιδιοκτήτης τους, ο Βαρώνος Emile d' Erlanger, τους πρόσφερε, αρχικά, στο Μουσείο του Λούβρου, που δεν τους δέχτηκε, για να τους δωρίσει, τελικά, στο ισπανικό κράτος το 1881 και από τότε να εκτίθενται στο Μουσείο του Πράδο στη Μαδρίτη. Η έπαυλη γκρεμίστηκε κατά το 1890.
Οι κριτικοί των έργων αναφέρουν πως αντανακλούν το φόβο της παράνοιας και της αποστροφής του Goya προς το ανθρώπινο είδος, απόρροια των αιματηρών πολέμων, που ο ίδιος είχε βιώσει και της κλονισμένης του υγείας. Η ιστορικός τέχνης, Teresa Vega, επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι ενώ αυτές οι εικόνες έχουν υπεραναλυθεί και πολυσυζητηθεί κανείς δε μπορεί, ακόμη και σήμερα, να ισχυριστεί πως "τις έχει κατανοήσει", δημιουργώντας ένα μυστήριο που ταυτόχρονα προκαλεί το ενδιαφέρον αλλά και την αποστροφή.
Είναι, όμως, αυτή η αλήθεια;
Εδώ και χρόνια ο Goya είναι ένας από τους τρεις "θεμέλιους λίθους" της μόνιμης συλλογής του Prado, μαζί με τους Diego Velázquez και Peter Paul Rubens, με τους "Μαύρους Πίνακες" να έχουν δεσπόζουσα θέση.
Αναμενόμενα, λοιπόν, όταν ο καθηγητής τέχνης Juan José Junquera αμφισβήτησε την αυθεντικότητά τους συνάντησε τις αντιδράσεις των υπευθύνων του μουσείου.
Ο Junquera, στα πλαίσια επιστημονικής μελέτης που πραγματοποίησε πάνω στους Μαύρους Πίνακες, προκειμένου να γράψει το ομώνυμο βιβλίο του, κατέληξε πως τα έργα δεν ανήκουν στον Goya. Ένα από τα κύρια επιχειρήματα του είναι πως το κτίριο, όπου ζωγραφίστηκαν οι πίνακες, είχε μόνο έναν όροφο καθ' όλη τη χρονική περίοδο που έζησε ο Goya σε αυτό, όπως αποδεικνύουν το συμβόλαιο αγοράς της έπαυλης από εκείνον, η πράξη της μεταφοράς στο μοναδικό εγγονό του Mariano και μια καταγραφή της περιουσίας που έγινε όταν ο τελευταίος παντρεύτηκε το 1830. Ο δεύτερος όροφος προστέθηκε μετά το θάνατο του καλλιτέχνη και εφόσον δεν υπήρχε στην εποχή του και οι πίνακες κάλυπταν τους τοίχους και στα δύο πατώματα, τότε προφανώς δεν είναι έργα του.
Ο Janquera επίσης υποστηρίζει πως δεν υπάρχει καμία αναφορά στους "Μαύρους Πίνακες" από σύγχρονους του Goya. Σύμφωνα με τον καθηγητή, οι πίνακες πιθανόν να είναι έργα του γιου του, Javier, που είχε πλήρη πρόσβαση στην έπαυλη και γνώριζε το έργο και την τεχνική του μεγάλου ζωγράφου. Παρουσιάστηκαν ως πίνακες του Goya από τον Mariano, γιο του Javier, ο οποίος θεωρούταν διεφθαρμένος και είναι αρκετά πιθανό κατά την πώληση της έπαυλης στον Segundo de Colmenares το 1859 να τον είχε διαβεβαιώσει πως τα έργα ήταν του παππού του για να ανεβάσει την τιμή.
Το οξύμωρο της παραπάνω υπόθεσης είναι πως ο Javier δεν έχει αφήσει πίσω του άλλα έργα. Πάρα ταύτα του είχε δοθεί η δυνατότητα από τον πατέρα του να διευρύνει τους καλλιτεχνικούς του ορίζοντες σπουδάζοντας στο εξωτερικό, ενώ στο πιστοποιητικό του γάμου του αναγράφεται ως επάγγελμα "ζωγράφος". Φημολογείται πως ο Javier, ως εξαιρετικός επιχειρηματίας που υπήρξε στη συνέχεια, προώθησε ως έργα του πατέρα του δικές του δημιουργίες, με εκείνες του σπιτιού του να εικάζεται πως είχαν δημιουργηθεί για την προσωπική του ευχαρίστηση.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και μελετητής του Goya για περισσότερα από 40 χρόνια, Nigel Glendinning, απέρριψε κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς του Janquera, ως αβάσιμες υποθέσεις, παρά το γεγονός πως αναγνωρίζει ότι οι πίνακες έχουν υποστεί εκτεταμένες αλλαγές, χάνοντας την αρχική μορφή τους σε σημεία. Το θέμα είναι πως ακριβώς το ίδιο είχε κάνει στην περίπτωση της αμφισβήτησης της αυθεντικότητας του "El Coloso", ενός άλλου πίνακα για τον οποίο έγραψε άρθρα και δημοσιοποίησε μελέτες που να επισημαίνουν πως ορθά θεωρούταν δημιουργία του Goya. Το 2009 και μετά από χρόνια αμφισβητήσεων το Prado ανακοίνωσε ότι κατέληξε στο συμπέρασμα πως το έργο ανήκε σε μαθητή του καλλιτέχνη και όχι στον ίδιο .
Ανεξαρτήτως του ποια είναι η αλήθεια στην περίπτωση των "Μαύρων Πινάκων" και του αν ισχύουν τα όσα λέει ο Janquera, στεκόμαστε στη δήλωση της Manuela Mena, υπεύθυνης του Prado για τους πίνακες του 18ου αιώνα, η οποία, αναφερόμενη σε αυτό το θέμα, σχολίασε: "Δεν μπορούμε να στείλουμε το Σκύλο στο υπόγειο του μουσείου επειδή βρισκόταν στον προφανώς ανύπαρκτο δεύτερο όροφο της Έπαυλης".
Πηγές (χρήση αυτούσιων αποσπασμάτων σε σημεία) : Wikipedia, Museo Del Prado, New York Times, The Guardian, Independent, The Telegraph .
Oι φωτογραφίες των Μαύρων Πινάκων, που ακολουθούν, από το Museo Del Prado.