Νίκος Σιράγας: Ένας γνήσιος καλλιτέχνης της ξυλοτορνευτικής

Σιράγας κεντρική
24.08.2019
Νίκος Σιράγας: Ένας γνήσιος καλλιτέχνης της ξυλοτορνευτικής

Σε ένα γραφικό σοκάκι στην παλιά πόλη του Ρεθύμνου και συγκεκριμένα στην οδό Βάρδα Καλλέργη, στο νούμερο 38, βρίσκεται η έκθεση και το εργαστήριο του ξυλοτορνευτή καλλιτέχνη, Νίκου Σιράγα. Εκεί ο κ. Σιράγας περνά πολλές ώρες της ημέρας του, δημιουργώντας βάζα, πιατέλες, μπολ, κηροπήγια και λογιών λογιών μικρά ή και μεγαλύτερα έργα τέχνης χρησιμοποιώντας το “μαγικό” του τόρνο. Ένα μηχάνημα που χρησιμοποιεί με ιδιαίτερη μαεστρία δίνοντας υπόσταση σε κομμάτια ξύλων, που μετρούν εκατοντάδες χρόνια ζωής.

Η ζωή του κ. Σιράγα είναι συνυφασμένη με την ξυλοτορνευτική. “Δε θα μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να κάνω κάτι διαφορετικό”.

Ο κ. Σίραγας κατά τη διάρκεια της συνέντευξης με τη δημοσιογράφο Εύα Κακλειδάκη

Η ιστορία του ξεκινά χρόνια πριν, όντας ακόμη παιδί. “Όταν ήμουν 5-6 χρονών θυμάμαι τον παππού μου, ο οποίος ήταν επιπλοποιός να με παίρνει και να πηγαίνουμε στο εργαστήρι όπου δούλευε. Τότε εγώ πήγαινα στην κορδέλα, μάζευα ξυλαράκια και όταν γυρνούσα στο σπίτι έπαιζα μ’ αυτά”, μας διηγήθηκε με ύφος νοσταλγικό ο κ. Σιράγας.

Η ξυλοτορνευτική δεν ήταν η πρώτη δουλειά του, καθώς πριν από αυτή είχε καταπιαστεί με διάφορες εργασίες, όπως ήταν τα αλάβαστρα από πέτρα, που έφτιαχνε. Ωστόσο, μέσα του υπέβοσκε πάντα το μεράκι να ασχοληθεί με το ξύλο.

Σιράγας 1

Το 1981 ήταν χρονιά ορόσημο για τον ίδιο, καθώς ξεκίνησε να ασχολείται επαγγελματικά με την τορνευτική. “Πίσω από το ξενοδοχείο, όπου δούλευα, ήταν ένας που έφτιαχνε έπιπλα. Αυτός με έπεισε να ασχοληθώ πιο σοβαρά με την τορνευτική, μιας που παλαιότερα το έκανα σε ερασιτεχνική βάση, σαν παιχνίδι”, μας εξήγησε.

Στο εργαστήριο παρέμεινε για δύο χρόνια. Στη συνέχεια αποφάσισε να ακολουθήσει τη δική του πορεία, δημιουργώντας στο σπίτι του ένα χώρο προκειμένου να εκθέτει τις δημιουργίες του κι ένα εργαστήριο για να τορνεύει τα ξύλα.

Έπειτα όλα πήραν διαφορετική ροπή. Σε αυτό συνέβαλλε καθοριστικά και η Αγγλίδα σύζυγός του Φράνσις, την οποία γνώρισε το 1995. “Με την Φράνσις μου δόθηκε η ευκαιρία να πάω την ίδια χρονιά στην Αγγλία. Εκεί γνώρισα έναν τορναδόρο κι αυτός με βοήθησε να έλθω σε επαφή και με άλλους από το σινάφι μας, μιας που διατηρούν σύλλογο”, μας ανέλυσε ο κ. Σιράγας.

Τον Φλεβάρη του 1996 γίνονταν μία έκθεση στο Γουέμπλεϊ. Εκεί βρέθηκε και ο κ. Σιράγας, με σκοπό να αποκτήσει γνώσεις, αλλά και γνωριμίες. “Αυτή μου η επίσκεψη υπήρξε καταλυτική για εμένα. Μετά από εκεί άλλαξα τη φιλοσοφία μου για την τέχνη μου, τις τεχνικές μου, ακόμη και τα σχέδιά μου.”

Από εκεί και ύστερα η πορεία του καλλιτέχνη ξυλοτορνευτή Νίκου Σιράγα ήταν ανοδική. Το 1998 στην ίδια έκθεση πήγε πλέον ο ίδιος, έχοντας το δικό του περίπτερο και κάνοντας επίδειξη. “Από εκεί ξεκίνησα τη διεθνή μου, ας πούμε, καριέρα. Μετά έκανα μία ακόμη επίδειξη στο Αλεξάντερ Πάλας στο Λονδίνο. Ένα χρόνο αργότερα στο Βέλγιο. Στη Γαλλία παραχώρησα ένα σεμινάριο. Κάθε χρόνο που πηγαίναμε στην Αγγλία με καλούσαν στο κλαμπ των ξυλοτορνευτών να τους παρουσιάσω τις δικές μου τεχνικές και τα σχέδιά μου. Επιπλέον, έχω διδάξει στη Νορβηγία, στο Βέλγιο, στην Αγγλία”, μας είπε.

Παράλληλα, όμως, με τις επιδείξεις ο κ. Σιράγας κατάφερε με τη βοήθεια της συζύγου του να γράφει άρθρα στο διεθνούς φήμης περιοδικό “Woodturning”.

Όμως η διαδρομή του δεν ήταν σπαρμένη με ροδοπέταλα. “Το να ζήσει κάποιος κάνοντας μόνο αυτό είναι πολύ δύσκολο. Το

σιραγας 4

περισσότερο εισόδημά μου προέρχεται από τον τουρισμό. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Βασικό είναι το να διαφοροποιηθείς από τους άλλους, έτσι ώστε η δουλειά σου να διαφέρει και να ενδιαφέρει. Πολλές φορές φτάνω να εργάζομαι και 10 ώρες συνεχόμενες”.

Για να ασχοληθεί κάποιος με την τορνευτική δεν είναι απλή υπόθεση “Καταρχήν πρέπει να μάθεις να χρησιμοποιείς τα εργαλεία. Να έχεις τον τόρνο και μία κορδέλα για να κόβεις τα ξύλα. Από εκεί και πέρα πρέπει να λαμβάνεις σοβαρά υπόψιν σου το θέμα ασφάλεια και να φοράς πάντα προστατευτική μάσκα”,  μας τόνισε ο κ. Σιράγας, ωστόσο ακόμη κι αυτά δεν είναι αρκετά. “Γενικότερα αυτή η δουλειά θέλει μεράκι, επιμονή και υπομονή. Εάν δεν έχει επιμονή να δοκιμάζεις και να προσπαθείς και υπομονή για να μάθεις σιγά σιγά, τότε δε μπορείς να ασχοληθείς με την ξυλοτορνευτική. Ωστόσο, πρέπει να το έχεις μέσα σου. Να πηγαίνεις το βράδυ στο σπίτι σου και να σκέφτεσαι τι θα δημιουργήσεις την επόμενη ημέρα. Αν δε σε απασχολεί συνέχεια δε μπορείς να το μάθεις. Το βαριέσαι”, μας επισήμανε ο καλλιτέχνης.

Ίσως είναι και από τους λόγους που δεν υπάρχουν αρκετοί Έλληνες, οι οποίοι να ενδιαφέρονται να μάθουν τη συγκεκριμένη τέχνη. Άλλωστε, δεν υπάρχει σχολή για να έλθει κανείς σε επαφή με την τέχνη της ξυλοτορνευτικής. Όπως μας είπε ο κ. Σιράγας “ Η τορνευτική δεν είναι εξελιγμένη καθόλου. Εμείς τα τελευταία χρόνια πάνω στην τορνευτική βάζουμε και τη γλυπτική και χρησιμοποιούμε κι ορισμένες τεχνικές με χρώματα. Όμως δε μπορούμε να παραβλέψουμε το πόσο έχει βοηθήσει την τορνευτική το Διαδίκτυο”.

Η τέχνη του κ. Σιράγα είναι αναγνωρισμένη στο εξωτερικό. Ωστόσο, εντός των Ελληνικών συνόρων δε συμβαίνει το ίδιο. Όπως μας ανέφερε και ο ίδιος με πικρία “Γενικότερα δεν έχει έλθει κανείς να με ρωτήσει τι κάνω εδώ. Αυτό με στεναχωρεί κι ορισμένες φορές εξωτερικεύω θυμό. Εγώ έχω κλείσει τον κύκλο μου, όμως η τέχνη μου πρέπει να προχωρήσει”, μας είπε με παράπονο.

Τέλος, κλείνοντας, μοιράστηκε μαζί μας την αγωνία του. “Αυτό που θέλω να θυμούνται από εμένα είναι ότι άφησα ένα καλό στίγμα στην τέχνη μου”.

(Τις δημιουργίες του κου Σιράγα μπορείτε να τις βρείτε στο επίσημο site του https://www.siragas.gr

Oι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό αρχείο του Nίκου Πράσσου εκτός από την εξωτερική και εκείνες της γκαλερί παρακάτω από την επίσημη σελίδα του καλλιτέχνη.

 

 

Σιράγας 9

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Εύα Κακλειδάκη

Εύα Κακλειδάκη

Με λένε Εύα και είμαι καλά, όπως συνηθίζω, να λέω. Σπούδασα Κοινωνιολογία κι έκανα μεταπτυχιακό στις ανθρωπιστικές σπουδές. Αλλά καθώς, όπως λέει και ο ποιητής “Εδώ στου δρόμου τα μισά έφτασε η ώρα να το πω, άλλα είν’ εκείνα που αγαπώ γι’ αλλού γι’ αλλού ξεκίνησα”, κάπως έτσι κι εγώ αποφάσισα να ασχοληθώ με τη δημοσιογραφία. Ο λόγος; Η μαγική τέχνη της συνέντευξής μέσω της οποίας προσπαθώ να ανακαλύψω όχι μόνο τους άλλους, αλλά και τον ίδιο μου τον εαυτό.